Στο αν τα εμβόλια τύπου mRNA μπορούν να μας μεταφέρουν τον κορονοϊό ή να επηρεάσουν το DNA μας, απαντά με ανάρτησή του στα social media o καθηγητής στο LSE, Ηλίας Μόσιαλος. Εξηγεί μάλιστα πώς χορηγούνται τα εμβόλια COVID-19 mRNA, αλλά και πώς αντιμετωπίζει ο οργανισμός το «ξένο σώμα» που εισέρχεται σε αυτόν. Σύμφωνα με τον καθηγητή, τα εμβόλια mRNA – όπως και οι άλλοι τύποι εμβολίων COVID-19 – δίνουν οδηγίες στα κύτταρα μας να παράγουν δομικά τμήματα του κορονοϊού, όπως τις ακίδες που έχουν στην επιφάνειά τους (ή τμήμα αυτών). Συγκεκριμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού μας συστήματος αναγνωρίζουν αυτό το «ξένο σώμα» και ξεκινά η πολύπλοκη – να εξηγηθεί αλλά τυπική για το σώμα- διαδικασία της ανοσοαπόκρισης. Αυτό δηλαδή που συμβαίνει και στη φυσική λοίμωξη από COVID-19. Στο τέλος της διαδικασίας, το σώμα μας έχει μάθει πως να μας προστατεύει από μελλοντικές μολύνσεις.
H ανοσοαπόκριση, όπως αναφέρει στην ανάρτηση του ο Ηλίας Μόσιαλος, είναι μια πολύπλοκη διαδικασία που περιλαμβάνει πολλά είδη κυττάρων, κυτταρικών ενεργειών και συστημάτων. Όπως είναι και η ίδια η παραγωγή της ακίδας από τα κύτταρά μας μετά το εμβόλιο. Αν προσπαθήσουμε να απλοποιήσουμε κεφάλαια ολόκληρα βιοχημείας και ανοσολογίας (και όχι μόνο) για να εξηγηθεί σε 5 γραμμές το πως φτάνουμε από το σχεδιασμό ενός εμβολίου στη χρήση του, είναι δεδομένο πως θα προκύψουν ή πολλές άγνωστες λέξεις στους μη ειδικούς, ή πολλές παρεξηγήσεις με τους πιο ειδικούς. Μια απλοποιημένη ερμηνεία του φαινομένου όμως είναι η εξής: Τα εμβόλια COVID-19 mRNA χορηγούνται συστημικά, για παράδειγμα στο μπράτσο, και ενθυλακωμένα σε ένα λιπιδικό περίβλημα. Η πληροφορία (mRNA) θα μπει στα κύτταρα και θα δοθούν οι οδηγίες παραγωγής -για παράδειγμα- της ακίδας στα μυϊκά κύτταρα. Πως γίνεται και πως ελέγχεται αυτό; «Πολύ χοντρικά μπορούμε να πούμε πως το κύτταρο έχει 2 χώρους: τον πυρήνα και το χώρο έξω από τον πυρήνα, το κυτταρόπλασμα που φτιάχνονται οι πρωτεΐνες. Το mRNA δεν μπαίνει στον πυρήνα του κυττάρου, όπου βρίσκεται το DNA μας» αναφέρει ο καθηγητής στο LSE και προσθέτει:«Εξάλλου: • Το mRNA αποδομείται αφού συναρμολογηθεί μέσα στο κύτταρο η πρωτεϊνική δομή που ορίζει η πληροφορία• Το σώμα μας έχει μηχανισμούς για να αντιμετωπίσει και να καταστρέψει το ελεύθερο-ξένο mRNA. Αφού φτιαχτούν λοιπόν οι πρωτεΐνες, οι οδηγίες συναρμολόγησης αποδομούνται από τα κύτταρά. Μέσω συγκεκριμένων κυτταρικών μηχανισμών κάποια κύτταρα θα φέρουν τις πρωτεΐνες στην επιφάνειά τους, και μέσω της συνεργασίας πολλών συστημάτων (όπως του λεμφικού και του κυκλοφορικού) αυτές οι δομές θα παρουσιαστούν προς αναγνώριση στο ανοσοποιητικό σύστημα. Το ανοσοποιητικό σύστημα δεν τις έχει ξαναδεί και, για να επιτευχθεί τελικά η κυτταρική ανοσία, θα ξεκινήσει τη διαδικασία λεπτομερούς απομνημόνευσης της πρωτεΐνης -π.χ. της ακίδας- και θα μπορεί να επιτεθεί ταχύτατα στο φορέα της – δηλαδή τον νέο κορονοϊό- όταν τον συναντήσει στο μέλλον. Μπορεί να νιώθουμε πόνο σε εκείνο το σημείο που έγινε η ένεση; Ναι. Μπορούν το εμβόλιο ή οι ακίδες να τροποποιήσουν το DNA αυτών των κυττάρων; Όχι».
Γιατί τα εμβόλια mRNA δεν είναι γνωστά
Σύμφωνα με τον Ηλία Μόσιαλο, η επιτυχία των εμβολίων mRNA λοιπόν είναι σημαντική και πολυδιάστατη και η λύση διεπιστημονική, καθώς οι ερευνητές αντιμετώπιζαν για δεκαετίες πολλές από αυτές τις προκλήσεις που ανέφερα εν συντομία. «Πολλοί αναρωτιούνται ποιο εμβόλιο θα είναι καλύτερο» σχολιάζει. «Το κύριο όφελος των εμβολίων mRNA, όπως όλων των εμβολίων, είναι πως αυτοί που έχουν εμβολιαστεί αποκτούν προληπτικό πλεονέκτημα και προστατεύονται από τη λοίμωξη χωρίς να διακινδυνεύσουν τις σοβαρές συνέπειες της ασθένειας του COVID-19» αναφέρει. Και προσθέτει: «Η ερώτηση αυτή δεν μπορεί να απαντηθεί ακόμα, γιατί ακόμα και να είχαμε στα χέρια μας όλα τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών ο σχεδιασμός κάθε μελέτης διαφέρει. Για παράδειγμα δεν έχουμε ούτε τον ίδιο αριθμό συμμετεχόντων, ούτε ισάριθμες ηλικιακές ομάδες. Μας αφορά όμως η διαφάνεια των κλινικών μελετών, η ασφάλεια και η υψηλή αποτελεσματικότητά των εμβολίων . Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα κρίνονται από τα δεδομένα που προκύπτουν από τις κλινικές δοκιμές, τα οποία εξετάζονται από ειδικούς. Τα δεδομένα αυτά δημοσιεύονται σε επιστημονικά περιοδικά και δημοσιοποιούνται για έλεγχο από τις ρυθμιστικές αρχές ώστε τα εμβόλια να εγκριθούν προς αδειοδότηση».